Σελίδες

Πέμπτη 21 Μαρτίου 2013

Εί­ναι μύ­θος η ά­πο­ψη ό­τι η ι­δε­ο­λο­γί­α της Χρυ­σής Αυ­γής αν­τί­κει­ται στον Χρι­στι­α­νι­σμό;




 Ίσως κά­ποι­ος α­να­γνώ­στης να α­να­ρω­τη­θεί για­τί α­να­φε­ρό­μα­στε με την ανάρτηση αυτή στην Χρυ­σή Αυ­γή κι ό­χι στα ά­κρα της άλ­λης πλευ­ράς. Αφού διαβάσει βέβαια ο αναγνώστης τα όσα φρικτά έχουν γραφτεί από τους ηγέτες της Χ.Α. ενάντια στην Ορθόδοξη πίστη θα καταλάβει.



Όμως, να το­νί­σου­με κατηγορηματικά ό­τι εί­μα­στε ε­νάν­τια σε κά­θε μορ­φής βί­ας, συ­νε­πώς και στον Στα­λι­νι­σμό και στην δικτατορία του προλεταριάτου και σε κά­θε ά­κρο, που αν­τί για την Α­γά­πη πρε­σβεύ­ει το μί­σος και θε­ω­ρεί ό­τι «ο ο­ποισ­δή­πο­τε σκο­πός α­γιά­ζει τα μέ­σα». Επίσης δι­αφ­ωνού­με κάθετα με την βί­α που ε­πι­χει­ρεί να δι­και­ο­λο­γή­σει ο φον­τα­μεν­τα­λι­στι­κός προ­τε­σταν­τι­κός «χρι­στι­α­νι­σμός», και με οποιουδήποτε είδους «σταυροφορία», διαφωνούμε με κάθε μορφής ολοκληρωτισμό, κόκκινο, μαύρο, θρησκευτικό, ισλαμικό κλπ.



Αγαπάμε την πατρίδα μας και τον πολιτισμό μας σε όλη την μακραίωνη ιστορία της, αλλά διαφωνούμε με τις ακραίες αρχαιολατρικές θρησκείες του μίσους και του παραλογισμού. 

Πιστεύουμε ακράδαντα ότι η Ορθόδοξη πίστη δεν είναι μια ακόμα θρησκεία, αλλά ζωντανή σχέση με τον Σταυρωμένο και Αναστημένο Χριστό, στον Τριαδικό Θεό της Αγάπης, όπως καταγράφται από την ζωντανή παράδοση των Αγίων και των Πατέρων της Εκκλησίας και διατυπώνεται στο Ευαγγέλιο.  







Α­πό­σπα­σμα α­πό άρ­θρο του Βα­σί­λη Αρ­γυ­ριά­δη, που δη­μο­σι­εύ­τη­κε στο πε­ρι­ο­δι­κό ΣΥΝΑΞΗ (Μάρ­τιος 2013) με τί­τλο, «Τέσ­σε­ρις πλά­νες κι έ­να βι­βλί­ο». (Το άρθρο έχει με αφορμή το βιβλίο «Μαύρη Βίβλος της Χρυσής Αυγής» του Δημ. Ψαρρά, εκδ. ΠΟΛΙΣ 2012)

… Για την ι­δε­ο­λο­γί­α της Χρυ­σής Αυ­γής ο χρι­στι­α­νι­σμός εί­ναι τμή­μα του «απε­χθούς» Ε­βρα­ϊ­σμού. Α­να­φέ­ρει η Δι­α­κή­ρυ­ξη των Ιδεολογικών Αρχών τους: «Ο Ι­ου­δαι­οχρι­στι­α­νι­σμός... με το ι­σο­πε­δω­τι­κό του μι­κρό­βιο και το μεσ­σι­α­νι­κό του κή­ρυγ­μα, έ­φθει­ρε και α­νέ­τρε­ψε τις πα­ρα­δο­σια­κές δο­μές των αρ­χαί­ων κοι­νω­νι­ών... Έ­τσι αυ­τή η θρη­σκεί­α των δού­λων και των Ε­βραί­ων προ­σέ­λα­βε τις δι­α­στά­σεις μιας ο­ρι­ζόν­τιας ε­πι­δη­μίας που στα­δια­κά πρό­σβα­λε ο­λους τους λα­ούς της Ευ­ρώ­πης, για να κα­τα­στεί στη συ­νέ­χεια και για πολ­λούς αι­ώ­νες το δε­σμω­τήριο το­υ Ευρω­πα­ϊ­κο­ύ Πο­λι­τι­σμού» [σ. 238].



Και στο πε­ρι­ο­δι­κό τους οι χρυ­σαυ­γί­τες δη­λώ­νουν α­πε­ρί­φρα­στα το 1981: «Εί­μα­στε πα­γα­νι­στές για­τί στη θέ­ση των η­ρώ­ων και των φι­λο­σό­φων μας δεν θα μπο­ρέ­σου­με πο­τέ να βά­λου­με προ­φή­τες σκο­τει­νούς και βα­σι­λιά­δες αι­μο­στα­γείς ε­νός ά­ξε­στου νο­μα­δι­κο­ύ λα­ο­ύ... Εί­μα­στε εξ­τρε­μιστές για­τί η ι­στο­ρί­α γρά­φε­ται α­πό πα­ρά­τολ­μους δη­μι­ουρ­γούς με με­τα­φυ­σι­κές πα­ρορ­μή­σεις και ό­χι α­πό φι­λή­συ­χα αν­θρω­πά­κια, υ­πη­ρέ­τες της Εβραϊκής σα­πί­λας» [σ. 39].


Και το 2007: «Το μα­κρο­βι­ό­τε­ρο Κί­νη­μα των Ελλήνων Ε­θνι­κι­στών Χρυ­σή Αύ­γή, ουδέ­πο­τε στα 26 χρό­νια το­υ ι­δε­ο­λο­γι­κού της α­γώ­νος στά­θη­κε αρ­νη­τι­κή α­πέ­ναν­τι σε κά­ποι­ες προ­σπά­θει­ες που πα­ρα­τη­ρούν­ται α­πό ο­ρι­σμέ­νους συμ­πα­τρι­ώ­τες μας για την α­να­βί­ω­ση της Ελληνικής Πα­τρώ­ας Θρη­σκεί­ας. Της πα­τρο­πα­ρά­δο­της δη­λα­δή ευ­σέ­βειας των Αρ­χαί­ων Προ­γό­νων μας που σε ε­πί­πε­δο κο­σμο­θε­ω­ρη­τι­κό ε­ξέ­φρα­ζε έ­να λα­ό φυ­λε­τι­κά ο­μοι­ο­γε­νή, με ι­σχυ­ρή πί­στη στα ι­δα­νι­κά της Ε­θνι­κής Κοι­νό­τη­τος» [σ. 229].



  Το «ά­νοιγ­μα» που έ­χει κά­νει στην Ορθοδοξία η Χ.Α., α­πό τη στιγ­μή που ει­σήλ­θε στο κοι­νο­βού­λιο, έ­χει συγ­κε­κρι­μέ­νη ερ­μη­νεί­α: «Πι­στεύ­ου­με σε έ­ναν Ελληνικό Χρι­στι­α­νι­σμό...», γρά­φει ο Ν. Μι­χα­λο­λιά­κος, «Βλέ­που­με στη γλυ­κιά μορ­φή της Πα­να­γί­ας-Στρα­τη­γού την Παλ­λά­δα-Αθηνά (!), βλέ­που­με στην ε­ορ­τή των Χρι­στου­γέν­νων την ημέ­ρα το­υ Ανίκητου Ή­λιου (!), στην η­μέ­ρα της Αναστάσεως ό­χι το ε­βρα­ϊ­κό Πά­σχα, αλ­λά τα αν­θε­στή­ρια (!)» [σ. 248].



Το «άνοιγ­μα» έ­χει ε­πί­σης συγ­κε­κρι­μέ­να πλαί­σια (τα πλαί­σια που έ­χει ή­δη θέ­σει στην ι­στο­ρί­α η να­ζι­στι­κή Γερ­μα­νί­α): «Οφείλουμε να θυ­μη­θο­ύ­με τη στά­ση που κρά­τη­σε α­πέ­ναν­τι στη θρη­σκεί­α η Ε­θνι­κο­σο­σι­α­λι­στι­κή Γερ­μα­νί­α το­υ Τρί­του Ρά­ιχ... Λέ­γον­τας οι Γερ­μα­νοί Εθνι­κο­σο­σι­α­λι­στές ότι πι­στεύ­ουν σε έ­να "θε­τι­κό χρι­στι­α­νι­σμό" εν­νο­ο­ύ­σαν α­κρι­βώς αυτό: ότι η θρη­σκεί­α εί­ναι επι­θυ­μη­τή, εφό­σον δεν στέ­κε­ται εμ­πό­διο στις ε­θνι­κές και φυ­λε­τι­κές ε­πι­δι­ώ­ξεις το­υ Κρά­τους», ανα­φέ­ρει το πε­ρι­ο­δι­κό έν­τυ­πο της Χ.Α. [σ. 230]. Με άλ­λα λό­για, για τη Χ.Α., ο χρι­στι­α­νι­σμός εί­ναι α­νε­κτός, υ­πό την προ­ϋ­πό­θε­ση ότι θα α­πο­κη­ρύ­ξει τον πυ­ρή­να της Και­νής Δι­α­θή­κης και ο­λό­κλη­ρη την Πα­λαι­ά...



Ας μας ε­πι­τρα­πεί στο ση­μεί­ο αυτό να εκ­θέ­σου­με κά­ποι­α α­κό­μη ντο­κου­μέν­τα το­υ βι­βλί­ου το­υ Δημήτρη Ψαρρά, ζη­τών­τας εκ προ­οι­μί­ου συγ­γνώ­μη από τους ευ­αίσθη­τους α­να­γνώ­στες, για κά­ποι­ες ο­λό­τε­λα α­νάρ­μο­στες εκ­φρά­σεις που τα ντο­κου­μέν­τα αυ­τά πε­ρι­λαμ­βά­νουν.



Ποί­η­μα το­υ Νί­κου Μι­χα­λο­λιά­κου: «Σι­γή στο δά­σος πα­γε­ρή, ο­σμή εγ­κλήμα­τος·/ σύλ­λη­ψις της στιγ­μής και αν­θρω­πο­θυ­σία./ Τρα­γό­μορ­φος ε­πρό­βα­λε το­υ Μύ­θου νο­σταλ­γός,/ Σα­τα­νι­κά υπέ­ρο­χος, ο Μέ­γας Παν./ Ώ­ρα το­υ δει­λινο­υ, το σκό­τος ανα­τέλ­λει/ και οι εξό­ρι­στοι της μέ­ρας/ οι ε­ω­σφό­ροι, οι ποι­η­τές ξυ­πνο­ύνε·/ η­δο­νι­κά με βλέμ­μα κόκ­κι­νο, θο­λό τυ­ρα­γνι­σμέ­νο/ μιά κί­τρι­νη Σε­λή­νη που προ­βάλ­λει αν­τι­κρί­ζουν/ και τα στοι­χειά της νύ­χτας ξα­να­ζού­νε,/ οι μο­νο­μά­χοι, οι κρε­μα­σμέ­νοι και οι συ­νω­μό­τες./ Και Αυ­τός στη μέ­ση το­υ Να­ο­ύ,/ στο κέν­τρο της τε­ρά­στιας αι­μά­τι­νης κη­λί­δας,/ στο βά­θρο το­υ Βω­μο­ύ./ Τρα­γό­μορ­φος, Σα­τα­νι­κά υ­πέ­ρο­χος/ την ώ­ρα δο­ξά­ζει της θυ­σί­ας,/ των ευ­γε­νών εν­στίκτων και της βί­ας,/ Αυτός ο Αι­ώ­νιος Κυ­βερ­νή­της, ο Μέ­γας Παν». Το ποί­η­μα φέ­ρει τον τί­τλο «Ο Μέ­γας Παν» και όλως πε­ρι­έρ­γως θυ­μί­ζει το δι­ά­ση­μο έρ­γο «Ύμνος στον Πά­να», το­υ δι­α­βό­η­του σα­τα­νι­στή το­υ 20ου αι­ώ­να Άλι­στερ Κρό­ου­λι. Η ομοι­ό­της θα ή­ταν σύμ­πτω­ση α­πλή (έ­στω και «δι­α­βο­λι­κή»), αν η α­πο­κρυ­φι­στι­κή ορ­γά­νω­ση το­υ Ά­λι­στερ Κρό­ου­λι (της ο­ποί­ας μέ­λος, κα­τά τη δι­ε­θνή νε­ο­να­ζι­στι­κή πα­ρα­φι­λο­λο­γί­α, ή­ταν και ο Α­δόλ­φος Χί­τλερ) δεν έ­φε­ρε το όνο­μα Ερ­μη­τι­κό Τάγ­μα της Χρυ­σής Αυγής [σσ. 286-288 και 276),



Σε μια άλ­λη ποι­η­τι­κή συλ­λο­γή (το­υ Οδυσσέα Πα­τε­ρά­κη), ο Πρό­λο­γος εί­ναι γραμ­μέ­νος από τον Νί­κο Μι­χα­λο­λιά­κο. Στη συλ­λο­γή αυτή πε­ρι­έ­χε­ται το εξής στι­χούρ­γη­μα: «Σκύ­ψε· τα χέ­ρια σου ά­πλω­σε και πά­ρε την ψυ­χή μου-/ σ' εσέ­να α­νή­κει, ω Σα­τα­νά, κι ε­δώ και μπρος και πάν­τα,/ για­τί το τόλ­μη­σα κι ε­γώ, το πως να το ρω­τή­σω,/ γί­νε­ται να '­ναι δί­και­ος, ο δη­μι­ουρ­γός της πλά­σης». Η ποι­η­τι­κή συλ­λο­γή φέ­ρει τον εύ­γλωτ­το τί­τλο Το Αστραφτερό σκο­τά­δι το­υ Εωσφόρου και στον Πρό­λο­γο έ­χει γρά­ψει γι' αυτή ο Νί­κος Μι­χα­λο­λιά­κος: «Εκείνο το οπο­ίο προ­σω­πι­κώς πε­ρισ­σό­τε­ρο τι­μώ εις το Αστραφτερό σκο­τά­δι το­υ Εωσφόρου εί­ναι η Πνευ­μα­τι­κή Τόλ­μη και η Ι­δε­ο­λο­γι­κή Συ­νέ­πεια. Η Πνευ­μα­τι­κή Τόλ­μη ε­νός νέ­ου αν­θρώ­που να μην υ­πο­λο­γί­ζει τον σκο­τα­δι­σμόν εί­κο­σι αι­ώ­νων και να τολ­μά α­να­φο­ράς εις τους πα­λαι­ούς απω­λε­σθέν­τας πα­ρα­δεί­σους, οι ο­ποίοι συγ­χρό­νως εί­ναι και οι μελ­λον­τι­κοί κό­σμοι των ο­νεί­ρων μας, τα ο­πο­ία με την βού­λη­σίν μας θα γί­νουν πραγ­μα­τι­κό­της» [σ. 289].

 

Ο βου­λευ­τής και μέ­λος της Κεν­τρι­κής Ε­πι­τρο­πής της Χ.Α. Γι­ώρ­γος Γερ­μέ­νης (γνω­στός και με το ψευ­δώ­νυ­μο «Καιά­δας») πα­ρα­βρέ­θη­κε στις 8.9.2012 στο Πα­νη­γύ­ρι της Πα­να­γί­ας Παν­το­βα­σί­λισ­σας στη Ρα­φή­να, ε­πι­κε­φα­λής κλι­μα­κί­ου της Χ.Α. (ή­ταν τό­τε που έ­γι­ναν και τα ε­πει­σό­δια με τους μι­κρο­πω­λη­τές). Η δή­λω­ση που έ­κα­νε στις τη­λε­ο­πτι­κές κά­με­ρες κρί­θη­κε ευ­σε­βής: «Ηρ­θα­με κι ε­με­ις να τι­μή­σου­με την Πα­να­γί­α», ειπε. Εντούτοις, η άλ­λη ι­δι­ό­τη­τα και δρά­ση του εν λό­γω βου­λευ­τή θέ­τει εν αμ­φι­βό­λω την ει­λι­κρί­νεια της τη­λε­ο­πτι­κής δή­λω­σης: ο Γι­ώρ­γος Γερ­μέ­νης εί­ναι μέ­λος του ελ­λη­νονορ­βη­γι­κο­ύ συγ­κρο­τή­μα­τος Naer Mataron (black metal ο­νο­μά­ζε­ται ή μου­σι­κή που παί­ζουν) και έ­να από τα τρα­γού­δια του ανα­φέ­ρει εν­δει­κτι­κά: «... Για μι­σό εκατομ­μύ­ριο χρό­νια ο Θε­ός κα­θό­τα­νε/ και έ­βλε­πε τον έ­να να βγά­ζει το μά­τι το­υ αλ­λου­νο­ύ/ Και μό­νο τό­τε εί­χε τη λαμ­πρή ι­δέ­α/ να στεί­λει τον μπά­σταρ­δο γιο του, τον γαμ----* Ι­η­σο­ύ Χρι­στό/ Αλ­λά τώ­ρα θρι­αμ­βεύ­ει ο Δι­ά­βο­λος/ Θ' α­φή­σου­με την εκ­κλη­σία να σα­πί­σει/ και θα σφά­ξου­με στην α­γία τρά­πε­ζά τους τους ηλί­θιους...» [σσ. 305-307].



Δεν υπάρχουν σχόλια: